Συνέντευξη: Φένια Ζάννη
Φωτογράφιση: Ιωσήφ Αλεξιάδης
Ευχαριστούμε θερμά το CV Distiller, Χατζηγιάννη Μέξη 7, για την παραχώρηση του χώρου.
Με το πιο σύγχρονο ταλέντο να διέπει την καλλιτεχνική και προσωπική του υπόσταση, ο Γιάννης Δημολίτσας επαναπροσδιορίζει τη σκηνοθετική ροή στα ελληνικά δεδομένα, με μια ματιά που χαρακτηρίζεται αδιαμφισβήτητα πρωτοποριακή. Τα επερχόμενα σχέδιά του ορίζονται από τη βιωματική ταινία που ετοιμάζει για τους Πυξ Λαξ αλλά και με ένα short art, πάνω σε μια ιστορία που εμπνέεται από το τραγούδι «Ευτυχισμένοι Άνθρωποι» σε συνεργασία με το Γιώργο Νανούρη και τη Δήμητρα Γαλάνη.
Πώς αποφάσισες να αρχίσεις να ασχολείσαι με τη σκηνοθεσία και ποιο είναι το background σου σχετικά με αυτήν;
Ο αριθμός 11055. Ο κωδικός του βίντεο κλαμπ που νοίκιαζα ταινίες. Σπούδαζα στο Ηράκλειο Κρήτης, όταν ένα πρωί πήγα να δηλώσω για χιλιοστή φορά τα μαθήματα – που ποτέ δεν πήγα – και βρέθηκα να τσακώνομαι με τη Γραμματεία της σχολής, γιατί επέμενε ότι το 11055 δεν ήταν ο αριθμός μητρώου μου αλλά κάτι άλλο. Νομίζω το συγκεκριμένο συμβάν ήταν υπεραρκετό για να καταλάβω ότι έπρεπε να ξεκουμπιστώ το συντομότερο από τη συγκεκριμένη σχολή. Και το γεγονός ότι είχα δει όλες τις ταινίες που υπήρχαν στα ράφια και στα συρτάρια του συγκεκριμένου βίντεο κλαμπ ήταν επίσης αρκετό να καταλάβω ότι πρέπει να ασχοληθώ με το σινεμά.
Γιατί θέλησες να σπουδάσεις σκηνοθεσία στην Αγγλία, τι σε ώθησε εκτός Ελλάδας;
Δεν είχα σκοπό να σπουδάσω στο εξωτερικό. Ήμουν ήδη εκεί για διακοπές και σε αναζήτηση του εαυτού μου. Δεδομένου ότι είχα σπίτι για να μείνω λίγο παραπάνω, ήταν μια ευκαιρία να μπορέσω να κάνω κάτι παραγωγικό, πέρα από το να βγάζω φωτογραφίες ανθρώπους να πίνουν τσάι, γιγάντια ρολόγια και vintage ρόδες. Το να μπορέσω να σπουδάσω αυτό που θέλω εκεί ήταν μια ευκαιρία που δεν άφησα να πάει χαμένη. Παρόλα αυτά δεν θεωρώ ότι κάνει κάποια διαφορά σε ποια σχολή έχεις σπουδάσει ή σε ποια χώρα ή αν έχεις σπουδάσει at all. Το ζητούμενο είναι να μπορείς να πεις μια ιστορία με το δικό σου ξεχωριστό τρόπο. Και δίνω το λόγο μου πάνω σε αυτό, δεν υπάρχει καμία σχολή στον κόσμο που να μπορεί να σου μάθει κάτι τέτοιο, παρά μόνο οι εμπειρίες σου και το πώς ή πόσο αντιλαμβάνεσαι την πραγματικότητα γύρω σου. Τώρα το τεχνικό κομμάτι είναι σίγουρα ένα ζητούμενο που αποκτάς πολύ γρήγορα μέσα από μια σχολή, αλλά σίγουρα το αποκτάς και μέσα από την πρώτη μικρού μήκους που επιχειρείς να κάνεις. On the other hand, σκεπτόμενος την ταλαιπωρία που περνάνε οι συνεργάτες μας όταν είμαστε ακόμα «νεογέννητοι» στο σινεμά καλό είναι να έχουμε παρακολουθήσει κανένα σεμινάριο για να απαλύνουμε λίγο τον πόνο τους, όταν προσπαθούμε να τους εξηγήσουμε το tilt down βάζοντας και πιέζοντας τα χέρια στο φακό. Προτείνω το filmschool του Χρήστου Πυθαρά.
Κάνε μας μια μικρή, αναφορική αναδρομή στη μέχρι τώρα σκηνοθετική σου πορεία.
Μετά τη σχολή και μετά τις 3-4 άθλιες ταινίες μικρού μήκους που έκανα σαν workshop, πήρα την πρώτη μου δουλειά για μια γνωστή γαλλική μπάντα. Παρέδωσα άλλο υλικό από αυτό που συμφωνήσαμε, γιατί ερωτεύτηκα την τραγουδίστρια, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα το storyboard να είχε τοπία και drums, ενώ τα πλάνα μου είχαν μάτια και πόδια. Αν με ρωτάς, το βάθος στα μάτια της είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τα τοπία πίσω της. Αυτό είπα στην παρουσίαση του first cut και φυσικά με έδιωξαν. Γύρισα στην Ελλάδα γιατί μου τελείωσαν τα λεφτά για τσιγάρα, γύρισμα δεν υπήρχε και κάπως έτσι έγραψα το πρώτο μου σίριαλ. Με βοήθησε πάρα πολύ ο Σπύρος Κρίμπαλης από το Mega αλλά μετά από μερικές συγγραφές του σεναρίου, μου εξήγησε ότι είμαι στην Ελλάδα και πολύ γρήγορα μου πρότεινε έναν άλλο σεναριογράφο να το φτιάξει. Το φτιάξαμε, γυρίσαμε τον πιλότο με ηθοποιούς τον Γιώργο Κιμούλη και την Φιλαρέτη Κομνηνού. Δυστυχώς οι εποχές που το επιχειρήσαμε είχαν ήδη αρχίσει να γίνονται σκληρές, πράγμα που δεν επέτρεπε στο μπάτζετ να υποστηριχθεί, με αποτέλεσμα να μην γίνει ποτέ. Στράφηκα στα music video και στις διαφημίσεις, κλάδος που – έστω και με δυσκολία – μπορεί να έχει ακόμα δουλειά ένας σκηνοθέτης στη σύγχρονη Ελλάδα.
Αυτή την περίοδο ετοιμάζεις μία ταινία που θα πραγματεύεται τη ζωή των Πυξ Λαξ. Πες μας λίγα πράγματα γι’ αυτήν.
Οι Πυξ Λαξ είναι ένα πρότζεκτ που εδώ και αρκετό καιρό μας έτρωγε τα μυαλά, αργά και βασανιστικά. Από τότε που έριξε την ιδέα ο Μπάμπης, δεν μπορούσαμε να το αφήσουμε σε ησυχία και σίγουρα ούτε αυτό εμάς. Το ψάξαμε από εδώ και από εκεί, φάγαμε πολλές ώρες νυχτερινές, που έγιναν πρωινές και απλά μια μέρα μαζί με το σεναριογράφο, Τρύφωνα Καραβούλια, και τον παραγωγό, Ηρακλή Μαυροειδή, (boo productions) είπαμε “lets do it”. Είναι πολύ νωρίς ακόμα για να αναφερθώ σε λεπτομέρειες. Το μόνο που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι δεν πρόκειται για κάποιο documentary project αλλά για μια βιογραφική ταινία που θα εξελίσσεται μέσα από τα μάτια του Μπάμπη Στόκα. Το πώς βίωσε ο ίδιος την εμπειρία που λέγεται Πυξ Λαξ και όχι το πώς την αντιληφθήκαμε εμείς ως θεατές και ακροατές. Συνεπώς, αυτό από μόνο του σου δίνει πολύ υλικό για να πειραματιστείς και να μελετήσεις την ψυχοσύνθεση αυτής της μπάντας από τα σπάργανα. Πολύωρες συζητήσεις και ταξίδια στο χρόνο τρυπώνοντας στις προσωπικές τους στιγμές, είναι κάτι που σε κάνει να νιώθεις ότι το έχεις ζήσει κι εσύ και αυτό ακριβώς είναι που θέλουμε να περάσουμε στο θεατή που θα έρθει να παρακολουθήσει την ταινία. Ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα με μεγάλες απαιτήσεις αλλά και μια καλή ευκαιρία να ρίξουμε μια πρόταση για το πώς αλλιώς θα μπορούσε να ειπωθεί μια ιστορία.
Γενικότερα αυτή η περίοδος πού σε βρίσκει επαγγελματικά; Απ’ ό,τι ξέρω σχεδιάζεις κάτι με το Γιώργο Νανούρη και τη Δήμητρα Γαλάνη;
Κυρίως όλη η αφοσίωση και η ενέργειά μου είναι πάνω στην ταινία. Όμως παράλληλα τρέχω και μια πολύ όμορφη συνεργασία με το Γιώργο Νανούρη και την Δήμητρα Γαλάνη και είναι κάτι που με κάνει πολύ χαρούμενο. Είναι ένα short art πάνω σε μια ιστορία που είναι εμπνευσμένη από το τραγούδι «Ευτυχισμένοι Άνθρωποι». Δεν Θα πω κάτι συγκεκριμένο πάνω στην ιστορία, γιατί θα ήθελα και με ενδιαφέρει πολύ να εκλάβει ο κάθε θεατής τη δική του αλήθεια μέσα από αυτή και να την ερμηνεύσει όπως εκείνος θέλει. Εξάλλου αυτή είναι και η ιδέα. Ένας άντρας που κουβαλάει χίλιες έννοιες και μια γυναίκα που σε αφήνει να διαλέξεις. Είτε αυτό για σένα είναι η αγάπη, είτε αυτό είναι ο θάνατος, είτε κάτι που σου λείπει ή κάτι που δεν θέλεις ποτέ να έρθει…
Απ’ όσο γνωρίζω, έχεις πραγματοποιήσει συνεργασίες και σε χώρες του αραβικού κόσμου. Θέλεις να μας αφηγηθείς την εμπειρία που αποκόμισες από αυτές;
Όλες τις συνεργασίες μου στην Ανατολή τις έκανα με τον παραγωγό και φίλο μου Adel Ashoub. Κάναμε από διαφημιστικά μέχρι βιντεοκλίπ, μέχρι και ντοκιμαντέρ, που αυτό ήταν και ίσως το πιο ενδιαφέρον από όλα. 30 επεισόδια για έναν από τους μεγαλύτερους ομιλητές του κόσμου, τον Amr Khaled. Στη συγκεκριμένη δουλειά έκανα co-directing με τον Asraf Hamdi και τολμώ να πω ότι είναι ίσως η πιο περίεργη και η πιο ενδιαφέρουσα δουλειά που έκανα ποτέ. Περνούσαμε αμέτρητες ώρες καθημερινά πηγαίναμε για φαγητό και γράφαμε ατελείωτα reel στο γύρισμα χωρίς να καταλαβαίνω ούτε λέξη! Τελειώνει το πρότζεκτ, το βλέπω μεταφρασμένο και αμέσως κάνω rewind στο μυαλό μου από τα γυρίσματα και αναρωτιέμαι με τι θράσος του έλεγα «πήγαινε πιο ‘κει» και «βάλε αυτό» ή «κράτα το βιβλίο». Είναι πραγματικά πολύ αστείο το πώς μπορεί να περνάς καθημερινά χρόνο με έναν τόσο σημαντικό άνθρωπο, να του συμπεριφέρεσαι σαν να είναι φιλαράκι σου και μετά να καταλαβαίνεις την αξία του και το πόσο λάθος στάση είχες απέναντί του.
Διαφέρουν οι συνεργασίες στην Ελλάδα από τις συνεργασίες στο εξωτερικό; Κι αν ναι, ως προς ποιο θέμα;
Budget. Μπάτζετ. Mpatzet. Αυτό. Τίποτε άλλο. Άντε και λίγο στην ομαδικότητα άντε και λίγο στο «έλα μωρέ πού να στήνουμε τώρα πάλι θα το κάνουμε χερατό». Βασικά γάμα το, το παίρνω πίσω. Ομαδικότητα, θέληση και μετά μπάτζετ. Αυτά, τίποτε άλλο.
Ποια η σχέση σου με τον κινηματογράφο και ποια με το θέατρο; Ποιο σε ελκύει πιο πολύ καλλιτεχνικά; Έχεις παράξει έργο και στους δύο τομείς ή όχι; Θα ήθελες να το κάνεις;
Δυο τελείως διαφορετικοί κόσμοι. Έχω πειραματιστεί και με τους δυο αλλά νομίζω με κερδίζει κατά πολύ το σινεμά. Υποσυνείδητα κυρίως, ίσως γιατί τις φορές που κινήθηκα στο χώρο του θεάτρου όλη η δουλειά και όλη η μελέτη πάνω από ένα έργο στροβιλιζόταν γύρω από κινηματογραφικές αναφορές. Με πίεζε πολύ επίσης που δεν μπορούσα να κάνω κοντινό σε ένα βλέμμα και να αναγκάσω το θεατή να κάνει focus σε ένα συγκεκριμένο σημείο που θέλω. Στο θέατρο μπορεί να γίνεται η δράση στο σημείο β και ο θεατής να έχει σκαλώσει σε μια κορνίζα που έχει τοποθετηθεί στο σημείο Α. Δεν μου αρέσει καθόλου αυτό. Νιώθω ότι χάνω τον έλεγχο των πραγμάτων. Όπως επίσης δεν μου αρέσει ένα έργο να εξελιχτεί διαφορετικά από την μια μέρα στην άλλη, επειδή ο ηθοποιός είναι κρυωμένος η στεναχωρημένος. Όμως λατρεύω τη μαγεία και την ενέργεια που υπάρχει πάνω στη σκηνή, την ένταση και το ρεαλισμό της κατάστασης του τώρα. Είναι κάτι που δεν μπορεί να αποτυπωθεί σε κανένα φιλμ. Δεν ξέρω, μπερδεύομαι τώρα. Θα πάω να κάνω μια ταινία και βλέπουμε.
Θεωρείς πως υπάρχει αντιγραφή στο χώρο των τεχνών γενικότερα; Πώς αντανακλάται αυτό στο δικό σου κλάδο;
Η παρθενογένεση στην τέχνη δεν υπάρχει. Έχουν γίνει όλα. Παρθενογένεση είναι το φιλμ ή το πινέλο με το χρώμα ή, ή κτλ. Από τη στιγμή που ανέβηκε κάποιος σε ένα άλογο και τραβήχτηκε σε βίντεο και από την στιγμή που κάποιος χάραξε μια πέτρα η ζωγράφισε μια γραμμή όλα τα αλλά μέχρι και σήμερα είναι αντιγραφή στην αντιγραφή. Στην ουσία μια σκυτάλη είναι, που παίρνει ο επόμενος δρομέας και προσπαθεί να τρέξει ακόμα πιο γρήγορα από τον προηγούμενο. Είναι ακριβώς το ίδιο όπως και με την τεχνολογία και με την ιατρική και πάει λέγοντας. Το θέμα είναι το πόσο καλά θα γίνει η «αντιγραφή» και πόσο θα την εξελίξεις. Όχι για σένα αλλά για τους επόμενους. Τώρα αν εννοείς την αντιγραφή με την έννοια «κάνω ακριβώς το ίδιο» κατά έναν τρόπο, ούτε αυτό μπορεί να συμβεί. Μέγιστο παράδειγμα είναι εκείνο του Χάνεκε και το funny games που αντέγραψε την ίδια του ταινία μετά από δέκα χρόνια (καρέ-καρέ) με τεράστια αποτυχία. Οπότε, αν ποτέ δεις σε κάποια δουλειά μου κάτι που σου θυμίζει κάτι άλλο, μην μου πεις ότι είναι αντιγραφή από αυτή την τάδε ταινία, γιατί μπορώ να κάτσω μέχρι το πρωί να σου ρίχνω αναρίθμητα παραδείγματα από τους πιο αγαπημένους σου σκηνοθέτες, σκηνές που έχουν αντιγράψει, από άλλους αγαπημένους τους σκηνοθέτες. Εκτός αν το κάνω τόσο κακό, που τότε «θα κάνω τον Κινέζο» και θα πάω σπίτι για ύπνο.
Βλέποντας μία ταινία, μια παράσταση στο θέατρο ή ένα βίντεο κλιπ, πώς τα αντιλαμβάνεσαι, δεδομένου του επαγγέλματός σου; Σε επηρεάζει;
Αυτό είναι μια παρά πολύ καλή ερώτηση. Αν κάποιος δεν προέρχεται από το συγκεκριμένο χώρο, δεν μπορεί να καταλάβει πόσο δύσκολο είναι να παρακολουθήσεις μια ταινία χωρίς ταυτόχρονα να γίνεται βομβαρδισμός ανάλυσης στο μυαλό σου για κάθε σκηνή και κάθε δευτερόλεπτο, όσον αφορά το δραματουργικό και το τεχνικό κομμάτι. Για παράδειγμα πώς το φώτισε εδώ, όχι πόσα λεφτά να κόστισε το art direction, όχι κοιτά ποσό καλά παίζει το λογιστή ο τελευταίος βοηθητικός δεξιά στο βάθος ή για ποιο λόγο δεν κάνει cut εδώ και ένα τέταρτο και πόσο γαμάτη ιδέα κτλ κτλ. Υποφέρω. Και μαζί μου υποφέρουν και όσοι έκαναν το λάθος να δουν ταινία ή θέατρο μαζί μου.
Η ελληνική πραγματικότητα έχει επηρεάσει σημαντικά το budget των παραγωγών. Ποιος όμως θεωρείς πως είναι ο αντίκτυπος αυτού στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα;
Ο αντίκτυπος αυτού είναι φυσικά ότι το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές δεν είναι καλό και άλλες φορές, που λειτουργούν τα πράγματα αντιστρόφως ανάλογα, παράγοντας με έναν πολύ έξυπνο τρόπο ένα αποτέλεσμα τόσο καλό, που όμοιό του δεν θα μπορούσε κανένα μπάτζετ να το ξεπεράσει. Και αυτό λέγεται ομαδικότητα και θέληση.
Πώς θα χαρακτήριζες τη σκηνοθετική σου αισθητική; Έχουν υπάρξει επιρροές στη τελική της διαμόρφωση;
Δεν νομίζω ότι θα υπάρξει ποτέ μια τελική διαμόρφωση. Χρόνο με το χρόνο και εμπειρία με την εμπειρία, η ωριμότητα καθώς και η αισθητική μου πάντα αλλάζει. Και το καταλαβαίνω ακόμα και από την καθημερινότητά μου και όχι μόνο μέσα από τις δουλειές μου π.χ. από τις γεύσεις μου, από τις καινούργιες μου συνήθειες ακόμα και από τον τρόπο που πίνω τον καφέ μου. Άλλες φορές θέλω να είναι πικρός και άλλες γλυκός. Προσπαθώ πάντα να προσαρμόζω μέσα στις δουλειές μου το πώς αισθάνομαι τώρα και το ποιος είμαι ή το ποιος έχω γίνει στην παρούσα φάση. Δεν θα προσποιούμουν ποτέ μια αισθητική που δεν αισθάνομαι. Θα μπορούσα όμως άνετα να αντιγράψω μια. 🙂