Ο Piero Fornasetti αποτέλεσε επιτομή της πρωτοτυπίας στον σχεδιασμό τον 20ό αιώνα. Σε αντίθεση με πολλούς από τους μοντέρνους σύγχρονους συναδέλφους του, επικεντρώθηκε στην επιφάνεια παρά στη φόρμα, καλύπτοντας τις επιφάνειες επίπλων, servingware και υφασμάτων με τις ζωγραφισμένες στο χέρι, σουρεαλιστικές εικόνες του. Tα έργο του είναι περισσότερο διακοσμητικής φύσης και αυτός είναι ο λόγος που δεν συγκαταλέγεται ή αναφέρεται σαν δευτερο όνομα σε μελέτες που έχουν να κάνουν με το Ιταλικό Design. Ωστόσο, η εξαιρετική γκάμα αντικειμένων που παρήγαγε μαρτυρεί τόσο τη δημοτικότητά όσο και την απεριόριστη φαντασία του.
Γεννήθηκε το 1913 στο Μιλάνο. Από την αρχή της καριέρας του ως καλλιτέχνης ήταν επαναστάτης γι’ αυτό και δεν μπόρεσε να τηρήσει το δόγμα οποιουδήποτε σχολείου. Εκδιώχθηκε για ανυποταξία από το Accademia di Belle Arti di Brera το 1932, δύο χρόνια μετά την εισαγωγή του. Αργότερα εγγράφηκε στο Scuola Superiore of Arts Applied to Industry στο Castello Sforzesco, επίσης στο Μιλάνο. Απύθμενα περίεργος, συνέχισε να μελετά, να διαβάζει, να ξεφυλλίζει περιοδικά, αξιοποιώντας πληροφορίες και επεκτείνοντας συνεχώς τους ορίζοντες των γνώσεών του. Νωρίς, πειραματίστηκε με την διακόσμηση στην αρχιτεκτονική, όπως τοιχογραφίες σε δημόσιους χώρους.
Ο Fornasetti δεν θα είχε την ίδια επιτυχία χωρίς τη βοήθεια του αρχιτέκτονα και σχεδιαστή Gio Ponti. Το 1940, οι δύο τους ξεκίνησαν μια συνεργασία που θα είχε σαν αποτέλεσμα μερικά από τα πιο αγαπημένα έργα του Fornasetti. Ο Ponti γοητεύτηκε από τα νεοκλασικά μοτίβα του Fornasetti και τις αναφορές στην ιταλική κληρονομιά προσφέροντάς του εκτεταμένες επιφάνειες κομψών έπιπλων για την αποτύπωση γραφικών μοτίβων. Η σειρά Architettura είναι ίσως η πιο επιτυχημένη συνεργασία του ντουέτου. Έκανε ντεμπούτο στην Τριενάλε του 1951. Η συλλογή αποτελεί παράδειγμα της έκφρασης του στυλ του Fornasetti. Βασισμένο σε αντικέ αρχιτεκτονικές εκτυπώσεις, οι εικόνες αποτελούνται κυρίως από νεοκλασικές προσόψεις κτιρίων και εσωτερικούς χώρους και παίζουν με την αντίληψη του όγκου και της επιφάνειας.
Η αλληλεπίδραση μεταξύ δεύτερης και τρίτης διάστασης έγινε αναπόσπαστο μέρος των σχεδίων του Fornasetti, αντλώντας έμπνευση από μια μεγάλη γκάμα έντυπων πηγών όπως χάρτες, διαφημίσεις και εικονογραφήσεις που χρονολογούνται από τον 17ο έως τον 20ο αιώνα. Η σειρά Tema e Variazioni, η οποία βασίζεται σε απεικόνιση περιοδικών του 19ου αιώνα, αποτελείται από επαναλαμβανόμενες εικόνες ενός γυναικείου προσώπου που δεν είναι άλλο από αυτό της σοπράνο, Lina Cavalieri. Η συλλογή αυτή καθώς και το πρόσωπο της γυναίκας αυτής, αποτέλεσαν σταθμό στην καριέρα του.
Ο Fornasetti στη συνέχεια άυξησε την γκάμα των προϊόντων του, σε ποσότητα και εύρος, παράγοντας δίσκους, αφίσες, φωτιστικά, ποδήλατα, πιάτα, τασάκια, ομπρέλες καθώς και μεγάλης κλίμακας έργα όπως σκηνικά για τη La Scala, interiors για το καζίνο του Sanremo και για το σκάφος Andrea Doria.
Eκτός από αρχιτεκτονικά στοιχεία και το πρόσωπο της Lina Cavalieri, πειραματίστηκε με ήλιους, πεταλούδες, ψάρια, τραπουλόχαρτα και αερόστατα, μεταξύ άλλων.
Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1960, το έργο του Fornasetti έχασε τη δημοφιλία του. Επισκιάστηκε από πιο πρωτοποριακά, avant-garde σχεδιαστικά έργα, κάτι που έγινε έκδηλο στην έκθεση ορόσημο του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης του 1972, Ιταλία: The New Domestic Landscape στην οποία δεν υπήρξε αρκετός χώρος για τον Fornasetti. Η περιουσία του μειώθηκε και το εργαστήριό του στο Μιλάνο έμεινε μόνο με 3 υπαλλήλους.
Στη δεκαετία του 1980, ωστόσο, η εμφάνιση του μεταμοντερνισμού έφερε ένα νέο ενδιαφέρον για την διακόσμηση των επιφανειών και από τη στιγμή του θανάτου του Fornasetti το 1988, το έργο του τράβηξε και πάλι την προσοχή. Το 1991, το Μουσείο Victoria & Albert στο Λονδίνο πραγματοποίησε μια αναδρομική έκθεση και από τότε, οι τιμές των αντικειμένων Fornasetti αυξάνονται σταθερά.
Ο γιος του Fornasetti, Barnaba, ο οποίος άρχισε να ασχολείται με την εταιρεία τη δεκαετία του 1980 και κατόπιν αιτήματος του πατέρα του, έχει επανεκδώσει πολλά από τα παλαιότερα σχέδια εισάγοντας και νέες γραμμές αλλά και επεμβαίνοντας σε αυτά, π.χ. “καταστρέφοντας” κάποια από αυτά, πράγμα που συνηθίζουν να κάνουν καλλιτέχνες τα έργα τους όπως Banksy, Monet κλπ. Η συγκεκριμένη επέμβαση έγινε από τον Carlo Dell’Acqua ο οποίος εμπνευσμένος πιθανότατα από τη φράση της Virginia Woolf: “Η ομορφιά πρέπει να σπάει καθημερινά για να παραμείνει όμορφη”, θρυμμάτισε πιάτα με το χαρακτηριστικό πρόσωπο της Cavalieri για να τα ανασυνθέσει στη συνέχεια, με στόχο την ανάδειξη πολλών και διαφορετικών εκδοχών του δημοφιλούς αυτού προσώπου.
Ο Barnaba Fornasetti έχει πει για τον πατέρα του, σε συνέντευξη στο Dezeen : “Ήταν πολύ εγωκεντρικός, πολύ δυνατός χαρακτήρας και ήταν δύσκολο να συνεργαστείς μαζί του, ειδικά στην αρχή. Εγώ ήμουν χίπις, στοχαστής και τεμπέλης, όπως όλη μου η γενιά στη δεκαετία του ’60. Έτσι συχνά τσακωνόμουν μαζί του. Αλλά λίγα χρόνια αφότου έφυγα από το σπίτι και έπιασα δουλειά, είδα ότι χρειαζόταν βοήθεια και έτσι, επέστρεψα. Ήταν πολύ ενδιαφέρον και μεγάλη χαρά και για τους δύο να είμαστε μαζί.”
Η αγάπη του Fornasetti για το παρελθόν ήταν ενδεικτική του τι θα επακολουθούσε. Το ενδιαφέρον του για διακοσμημένες επιφάνειες προετοίμαζε την άφιξη του μεταμοντερνισμού. Το έργο του έχει αντέξει ως μοναδικό και πρωτότυπο κάτι που έγινε, παραμένοντας ο ίδιος, αφοσιωμένος στο όραμά του, ακόμη και απέναντι στη λιτότητα και τις αντιξοότητες του ισχύοντος κάθε φορά ρεύματος.
Η φιλοσοφία του συνοψίζεται σε μια συνέντευξη του, το 1987, λίγο πριν από το θάνατό του: “Ένας καλλιτέχνης που θέλει να είναι επιτυχής δεν είναι πλέον καλλιτέχνης. Εάν συμμορφώνεται με τον συρμό, θα έρχεται πάντα δεύτερος, γιατί μέχρι εκείνη τη στιγμή πολλοί άλλοι έχουν κάνει το ίδιο. Επομένως, ίσως, η ιδέα δεν είναι να συμμορφώνεσαι αλλά να είσαι πρωτότυπος “.