Η Gabrielle Bonheur Chanel, γνωστή ως Coco Chanel λάτρευε το tweed. Της άρεσε η συνένωση πολλών χρωμάτων σε ένα μόνο κομμάτι υφάσματος, η υφή και η αισθητική του.
Χαρακτηριστικά είναι τα επώνυμα σακάκια της δεκαετίας του 1950, με το διακριτικό ύφασμα που της επέτρεπε να δημιουργήσει την απλότητα που λαχταρούσε. Το tweed αποτέλεσε το υλικό που θα συνδεόταν τόσο με το όνομά όσο και με την κληρονομιά της.
Η Virginie Viard, η γυναίκα πίσω από τη “νέα σελίδα” του οίκου, λατρεύει επίσης το tweed – για όλους τους παραπάνω λόγους. “Το να αφιερώσουμε ολόκληρη τη συλλογή στο tweed είναι ένας φόρος τιμής, όχι μόνο στα ρούχα της Chanel αλλά σε ολόκληρη τη ζωή της.”
Ο δεσμός της Chanel με το tweed καθόλου τυχαίος δεν ήταν. Το tweed συνδέει την Coco Chanel με τη Σκωτία και το Lochmore, το κτήμα του εραστή της, του Δούκα του Westminster, το οποίο επισκέφτηκε για πρώτη φορά το 1925. Τότε δανείστηκε το tweed μπουφάν του, συνδυάζοντας το με τα μαργαριτάρια της δημιουργώντας έτσι μια νέα εκδοχή των ανδρικών ρούχων, ως κάτι θεμελιωδώς θηλυκό και σαγηνευτικό. “Δεν υπάρχει τίποτα πιο σέξι από το να φοράς τα ρούχα του ατόμου που αγαπάς”, σχολιάζει η Virginie Viard σχετικά με την ιστορία. H Chanel ερωτεύτηκε μαζί με εκείνον και το ρούχο του. Και κάπως έτσι ένα νέο στυλ γεννήθηκε.
Η συλλογή F/W 2022 δια χειρός Viard χαρακτηρίζεται από ρούχα σε tweedy υφές και με απροσδόκητες χρωματικές αποχρώσεις, σαν ο Lichtenstein να είχε αποφασίσει να δοκιμάσει τις ζωγραφικές του ικανότητες στα τοπία της Σκωτίας. Τα τακούνια είναι χαμηλά με αποτέλεσμα οι γυναίκες να κινούνται εύκολα. Πέρα από το tweed, οι γυαλάδες αντικατοπτρίζονται σε βελούδο και γυαλιστερά δέρματα.
Συνολικά, η αίσθηση ήταν νοσταλγική, ίδια με εκείνη των πρώτων tweed, που δημιουργήθηκαν σχεδόν εκατό χρόνια πριν.
Source| AnotherMag